Κάθε μήνα, πρόσωπα της επικαιρότητας αποκρίνονται σε 7 «προκλήσεις» που τους δίνει το netweek, με κύριο άξονα την τεχνολογία και όχι μόνο… Σ’ αυτό το τεύχος, καλεσμένη μας είναι η Μυρτώ Παπαθάνου, συνιδρύτρια και partner του επενδυτικού fund Metavallon Venture Capital.

Δεινόν το καινοτομείν;
Αν συμφωνήσουμε ότι η καινοτομία έχει να κάνει με την μετατροπή μιας ιδέας ή έρευνας σε εμπορεύσιμο προϊόν, τότε ναι, είναι δύσκολη. Η δυσκολία είναι στο «εμπορεύσιμο» ή με εμπορική αξία, όχι στην ιδέα ή την έρευνα & ανάπτυξη. Στη χώρα μας υπάρχει πληθώρα από ιδέες για νέες εφαρμογές, βελτιώσεις και αξιοποίηση της τεχνολογίας, πιστεύω για δύο λόγους: Πρώτον, διότι υπάρχει βαθιά τεχνογνωσία και επένδυση σε έρευνα & ανάπτυξη σε πανεπιστήμια, τεχνολογικά ιδρύματα, ακαδημαϊκά ινστιτούτα κλπ. και μεγάλη επένδυση δεκαετιών στην εκπαίδευση, τόσο δημόσια όσο και ιδιωτικά. Σ’ αυτό συνέβαλαν και πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα, τα οποία επίσης ενισχύουν επιχειρήσεις και ερευνητικά τμήματα. Δεύτερον, οι συνθήκες της τελευταίας δεκαετίας με την οικονομική κρίση, με ανθρώπους που φεύγουν κλπ. έχουν αναγκάσει όλους να σκέφτονται νέους, οικονομικότερους και βέλτιστους τρόπους εφαρμογών και προσθήκης αξίας στην αγορά. Επίσης, καθώς δεν υπάρχουν καθορισμένα πλαίσια, ξεκάθαρα μονοπάτια επαγγελματικής εξέλιξης και λόγω της δομής της ελληνικής οικονομίας με πολλές μικρές επιχειρήσεις, υπάρχει συχνά η ανάγκη να «φτιάξεις» κάτι νέο. Αυτό καλύπτει το ένα κομμάτι της εξίσωσης, της καινοτομίας. Το δεύτερο και σημαντικότερο κομμάτι, η δημιουργία εμπορικής αξίας, είναι το πιο δύσκολο κι έχει να κάνει με το επιχειρείν.

Δεινότερον το επιχειρείν, λοιπόν;
Ναι, είναι δύσκολο να επιχειρείς. Το 2018, στη Metavallon, αξιολογήσαμε 923 επενδυτικές προτάσεις τεχνολογικών εταιρειών σε αρχικό στάδιο και καταλήξαμε σε 10 επενδύσεις. Οι εταιρείες στις οποίες έχουμε επενδύσει, χρησιμοποιούν την τεχνολογία με τρεις τρόπους: ως enablers, όπου η τεχνολογία συνδέει προσφορά και ζήτηση, ως ανάπτυξη proprietary tech & process, όπου έχει ρόλο καταλύτη αλλάζοντας μια διαδικασία, και ως IP holders, όπου υπάρχει στρατηγική δημιουργίας πατεντών κ.ά. Αυτό που τις διαφοροποίησε από τις υπόλοιπες, ήταν η ικανότητα (ή, τουλάχιστον, η δική μας αξιολόγηση της ικανότητας) της ομάδας να εκτελέσει το επιχειρηματικό της σχέδιο. Στην Ελλάδα τείνουμε να διαχωρίζουμε τους ‘καινοτομικούς επιχειρηματίες’ και τις startups από τους υπόλοιπους, χαρακτηριστικό ανώριμων αγορών. Οι μόνες διαφορές στις startups, είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης και η ταχύτητα της προσαρμοστικότητας που απαιτούνται, λόγω του στοιχείου της τεχνολογίας και των προοπτικών στόχευσης της παγκόσμιας αγοράς, και ο βαθμός πίεσης (χρονικά κι από άποψη απόδοσης) από τη στιγμή που υπάρχουν εξωτερικοί επενδυτές. Κατά τα άλλα, οι σοβαροί επιχειρηματίες, από τον ιδιοκτήτη καντίνας ως τον επίδοξο startupper, αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα: να διαφοροποιήσουν το προϊόν τους, να τοποθετηθούν καλύτερα από τους ανταγωνιστές τους, να βρουν το σωστό κανάλι διάθεσης και τη σωστή τιμή, να προσελκύσουν πελάτες, να κάνουν μικρότερο τον κύκλο πώλησης, να προσλάβουν καλό ανθρώπινο δυναμικό. Ο καλός προγραμματισμός και κυρίως η καλή εκτέλεση όλων των παραπάνω δεν είναι εύκολη υπόθεση κι είναι αυτή που διαχωρίζει την επιτυχία από την αποτυχία.

Brain drain
Επέστρεψα το 2007 έπειτα από 10 χρόνια στο εξωτερικό – όπως λέει ο άντρας μου, όχι μόνο χάσαμε το πάρτι, μας ήρθε και ο λογαριασμός! Αναμφίβολα ήταν μια δύσκολη δεκαετία, με σχεδόν μισό εκατομμύριο ανθρώπους να εγκαταλείπουν τη χώρα. Σήμερα, όμως, υπάρχουν εξαιρετικές ευκαιρίες στην Ελλάδα για επιχειρηματίες, επαγγελματίες, στελέχη και επενδυτές και η αγορά διψάει για ικανούς ανθρώπους που θα εκτελέσουν σωστά. Νομίζω ότι, για τα επόμενα χρόνια, η πρόκληση είναι να δρομολογηθεί γρήγορα

    α) η αποτελεσματικότερη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά και με υψηλότερη προτεραιότητα την ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων,
    β) η στροφή μικρών και μεσαίων εταιρειών προς λύσεις edge & cloud computing κλπ. λειτουργώντας σαν υπόβαθρο στις αλλαγές που είτε συμβαίνουν τώρα είτε έπονται,
    γ) το κατάλληλο πλαίσιο επαναπατρισμού στελεχών, καθώς η ανάγκη και οι ευκαιρίες υπάρχουν,
    δ) η ανάπτυξη εταιρειών με ικανό μέγεθος ώστε να λειτουργούν με διεθνή στάνταρντ και βέλτιστες πρακτικές: δομών, χρήσης τεχνολογίας, εξωστρέφειας, management. Στο στενό πλαίσιο του χώρου των επενδύσεων, η πρωτοβουλία του Equifund διοχετεύει στην αγορά σημαντικά κεφάλαια τα οποία θα αξιοποιηθούν σε ανθρώπινο δυναμικό, αγορά και πώληση υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας, θέσεις υψηλής εξειδίκευσης και προστιθέμενης αξίας, ευκαιρίες για μεσαία και ανώτερα στελέχη, ανάπτυξη και πολλαπλασιασμό εταιρειών με καινοτόμα προϊόντα, ισχυρή διαφοροποίηση, διεθνή τοποθέτηση και μακροπρόθεσμη αξία την εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

4η Βιομηχανική Επανάσταση
Για μικρές χώρες σαν την Ελλάδα, το μόνο «βιομηχανικό» προϊόν προκειμένου να παραμείνουν επίκαιρες, είναι η αξιοποίηση των τεχνολογιών της μηχανικής μάθησης, της τεχνητής νοημοσύνης και των big data για την ανάπτυξη εξειδικευμένων λύσεων. Σίγουρα ξεκινάμε από αρκετά πίσω, σε σχέση με τις ψηφιακές δεξιότητες του γενικού πληθυσμού και των επιχειρήσεων, όπως δείχνουν όλες οι έρευνες, στις οποίες η Ελλάδα παραμένει ουραγός.

Το στοίχημα είναι αν -ο μεν πληθυσμός με συνεχείς δημόσιες και ιδιωτικές πρωτοβουλίες επιμόρφωσης και εκπαίδευσης, οι δε επιχειρήσεις με δραστικές επεμβάσεις μέσω επενδύσεων- θα μπορέσουμε να αλλάξουμε αρκετά γρήγορα. Αποτελεί την ευκαιρία μας να παραμείνουμε επίκαιροι, αποκτώντας ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα μέσω εξειδικευμένων λύσεων σε κάθετες εφαρμογές, όπου υπάρχει ανάγκη και επομένως αγορά.

Θεωρώ ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια ακόμα ευκαιρία: αντιλαμβανόμαστε τις ειδικές συνθήκες, τις ανάγκες και τον τρόπο λειτουργείας περιφερειακών αγορών, όπως των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής της Βόρειας Αφρικής. Αυτές οι αγορές, παρά το μέγεθός τους, συχνά παραβλέπονται από «δυτικούς» παίκτες ή στοχεύονται με λάθος υποθέσεις. Πιστεύω ότι υπάρχει ευκαιρία μοναδικής τοποθέτησης και ξεκάθαρου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, αν αξιοποιήσουμε το υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, την έκθεση στο δυτικό κόσμο και την αντίληψη αυτών των αγορών.

Τεχνητή Νοημοσύνη
Δύσκολο να πει κανείς κάτι που δεν είναι κοινότυπο… Είναι πραγματικότητα και ανοίγει μια σειρά από ευκαιρίες, ώστε να την αξιοποιήσουμε. Το μεταβατικό στάδιο και η προσαρμογή είναι πρόκληση, όχι όμως μικρότερη από αντίστοιχες αλλαγές άλλων εποχών.

Το μέλλον αόρατο;
Στη Metavallon στο πρώτο fund της ομάδας μας, πέραν του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, αντλήσαμε κεφάλαια κι από 15 Έλληνες και ξένους επενδυτές, όλων των κατηγοριών. Η επενδυτική μας θέση ήταν απλή: πιστεύουμε ότι οι τεχνολογικές εταιρείες θα δημιουργήσουν σημαντική εμπορική αξία στην Ελλάδα, τα επόμενα χρόνια, και θέλουμε να τις χρηματοδοτήσουμε προκειμένου να επιταχύνουμε τους ρυθμούς ανάπτυξής τους. Αυτό το επενδυτικό σχέδιο εκτελούμε αυτή τη στιγμή και τα επόμενα 3-4 χρόνια θα τοποθετηθούμε σε ακόμα 25-35 νεοφυείς τεχνολογικές εταιρείες, υποστηρίζοντάς τες όσο μεγαλώνουν. Το μέλλον για εμάς είναι, λοιπόν, γεμάτο προκλήσεις και πολλή δουλειά. Το μέλλον γενικότερα, γεμάτο ευκαιρίες.

Make a wish…
Να πράττουμε γρήγορα. Να επικεντρωνόμαστε στα θετικά. Να ηγούμαστε κάνοντας.

    Η Μυρτώ Παπαθάνου είναι συνιδρύτρια και partner του επενδυτικού fund Metavallon Venture Capital, που δημιουργήθηκε το 2018 και επενδύει σε νεοφυείς τεχνολογικές εταιρείες, συμμετέχοντας στο μετοχικό τους κεφάλαιο. Ξεκίνησε την καριέρα της στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος για την Dresdner Kleinwort Wasserstein και την Bank of America Merrill Lynch. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 2007 και έκτοτε ασχολείται με την τεχνολογία, είτε ως στέλεχος σε εταιρείες ICT και High Tech είτε αναπτύσσοντας δική της επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα. Είναι οικονομολόγος, με MSc στα Χρηματοοικονομικά από το Imperial College και MBA από το INSEAD. Το 2016 αναγνωρίστηκε ως «Ηγέτης της Xρονιάς» από την Linkage Greece, για τη συμβολή της στην εξέλιξη της επιχειρηματικότητας και της κοινωνίας.