Δυνατότητες άμεσης συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδος και του Ισραήλ σε μια σειρά από τομείς, όπως λ.χ. τη βιοτεχνολογία, την αποθήκευση της ενέργειας, την τεχνολογία για τον τουρισμό, προηγμένες τεχνολογίες για το νερό, την κυβερνοασφάλεια, τα τρόφιμα, τη γεωργία και την κτηνοτροφία, “διαβλέπει” η Πρέσβειρα του Ισραήλ στην Ελλάδα, κυρία Irit Ben Abba.

Η κυρία Ben Abba είναι μια διπλωμάτης με τιμητικές διακρίσεις και εμπειρία στη Διεύθυνση Οικονομικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών του Ισραήλ. Τα δύο χρόνια που έχει στα χέρια της τα ηνία της εδώ Ισραηλινής αντιπροσωπείας, έχει υιοθετήσει και εφαρμόζει εμπράκτως τις αρχές της οικονομικής διπλωματίας. Υπό αυτό το πρίσμα έχει καταφέρει να διοργανώσει ουκ ολίγες επιχειρηματικές αποστολές και συναντήσεις μεταξύ παραγόντων των δύο πλευρών, τόσο εντός των συνόρων όσο και στο Ισραήλ. Κινήσεις που έγιναν αποκλειστικά εκ μέρους της κυρίας Μπεν-Άμπα, με γνώμονα το αμοιβαίο συμφέρον των μελών των δύο χωρών και οι οποίες “δείχνουν” τον δρόμο στον οποίο θα έπρεπε να βαδίσει η ίδια η ελληνική κυβέρνηση όσο και οι αντίστοιχοι εκφραστές των συμφερόντων της χώρας μας στο εξωτερικό. Εξωστρέφεια στην πράξη -που ξεπερνά τα “στενά” όρια της άκοπης όσο και ανέξοδης θεωρίας- με στόχο την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων και ισχυρών “χαρτιών” της Ελλάδος μέσω συνεργασιών με τους κορυφαίους σε κάθε τομέα ή κλάδο. Μάλιστα, η συμμετοχή εκ μέρους των Ισραηλινών είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή τόσο σε επίπεδο όγκου όσο και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, καθώς συνήθως πρόκειται για άκρως επιτυχημένους επιχειρηματίες, επενδυτές που διαχειρίζονται σημαντικά οικονομικά μεγέθη, επιστήμονες με τεράστια εμπειρία σε σειρά από καθετοποιημένους τομείς, καθώς επίσης και άτομα που διαθέτουν εντυπωσιακές διασυνδέσεις και οι οποίοι με τις κατάλληλες κινήσεις μπορούν να διευκολύνουν μια σειρά από καταστάσεις.

Βέβαια, τα ανωτέρω απαιτούν και τις ανάλογες κινήσεις εκ μέρους του εγχώριου συστήματος και πρωτίστως του πολιτικού. Τέτοιες, ώστε να απλοποιήσουν γραφειοκρατικές διαδικασίες, να διασφαλίσουν ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς, να παράσχουν μια σειρά από σύγχρονα κίνητρα που ποικίλουν στη μορφή τους (λ.χ. φορολογικά, οικονομικά, νομικά κ.ο.κ.), να παράσχουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, να θέσουν στο επίκεντρο συγκεκριμένων αναπτυξιακών στρατηγικών καινοτόμες υπηρεσίες, προϊόντα, ερευνητικά αντικείμενα όσο και καθετοποιημένες αγορές.

Απαιτείται κεντρικός σχεδιασμός και ξεκάθαροι στόχοι
Αλήθεια, ποια είναι η εκτίμηση της κυρίας Ben Abba σχετικά με το πλαίσιο που συνήθως συναντούν οι Ισραηλινοί επιχειρηματίες και επενδυτές στη χώρα μας; “Κοιτάξτε, δεν υπάρχει μονολεκτική απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα, καθώς στο εν λογω case εμπλέκονται πολλαπλοί παράγοντες: Το ελληνικό δημόσιο, το θεσμικό-νομικό-φορολογικό καθεστώς, εγχώριες εταιρείες και επιχειρηματίες κ.ά. Κάθε ένας εξ’ αυτών διαθέτει ξεχωριστή… ατζέντα και η αλήθεια είναι πως λείπει ένας κοινός τόπος, μια κεντρική ιδέα, ένα σχέδιο και μια αποδεκτή μεθοδολογία με ξεκάθαρες αρμοδιότητες, “σφικτό” χρονοδιάγραμμα και απτούς στόχους”, επισημαίνει η ίδια και συνεχίζει: “Η εν λόγω αντιμετώπιση οδηγεί σε σπατάλη ενέργειας και πόρων, αντικρουόμενες πρακτικές και εν τέλει αναποτελεσματικότητα! Επιπροσθέτως, κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας έχουμε οργανώσει πολλαπλές αποστολές από και προς το Ισραήλ με απώτερο σκοπό την σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου των δύο χωρών, αλλά και την ταυτόχρονη αναζήτηση και εξέταση πιθανών περιπτώσεων που συγκεντρώνουν αυξημένο ενδιαφέρον προς επένδυση. Μάλιστα, με ξεχωριστή χαρά αναφέρω πως ήδη έχουν οριστικοποιηθεί συγκεκριμένες συμφωνίες συνεργασίας και χρηματοδότησης, οι οποίες αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε καθεστώς υλοποίησης. Σε ορισμένους καθετοποιημένους τομείς έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στις επαφές, ενώ σε άλλους παρατηρείται μεγαλύτερη δυστοκία. Βέβαια, δεν λείπουν και ορισμένες άλλες περιπτώσεις κατά τις οποίες έχουμε γίνει μάρτυρες μιας διόλου επαγγελματικής συμπεριφοράς εκ μέρους υποψήφιων επιχειρήσεων προς χρηματοδότηση. Συγκεκριμένα, ενώ έχουν λάβει μέρος ένας-δυο κύκλοι συναντήσεων, όπου και εκφράζεται ενδιαφέρον από την πλευρά Ισραηλινών επενδυτών, ενώ ταυτόχρονα τίθενται οι βάσεις για την εδραίωση μιας αμοιβαίας επωφελούς συνεργασίας, φτάνουμε στο σημείο όπου εκ μέρους των επενδυτών ζητάται από τις επιχειρήσεις να πραγματοποιήσουν συγκεκριμένες κινήσεις κυρίων στο επίπεδο των εσωτερικών δομών, και εν συνεχεία να προβούν σε εκτενή ενημέρωση των πεπραγμένων. Εκεί, λοιπόν, εμφανίζεται ένα σημαντικό χάσμα, οι εταιρείες δεν συμβαδίζουν με τα συμφωνηθέντα και δεν μπαίνουν καν στον κόπο να κρατούν ενήμερους τους ενδιαφερόμενους επενδυτές. Αποτέλεσμα; Να ναυαγεί μια προσπάθεια για την οποία απαιτήθηκε χρόνος και κόπος από αρκετούς ανθρώπους και το σημαντικότερο, πληρούσε τα δεδομένα να υλοποιηθεί μέχρι τέλους με κέρδος για το σύνολο των εμπλεκομένων. Αν μη τι άλλο, οι συγκεκριμένοι επιχειρηματίες δεν διακρίνονται από υψηλό επαγγελματισμό, ενώ ταυτόχρονα εντύπωση προκαλεί και το γεγονός ότι ουσιαστικά… γυρίζουν την πλάτη τους σε “ζεστό” χρήμα, συμβουλευτικές υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, αλλά και ένα πλαίσιο στο οποίο οι ιδέες και εν γένει επιχειρηματικές προσπάθειες είναι -περίπου- βέβαιο πως θα ευδοκιμήσουν με ταχύτατους ρυθμούς”.

Το “θαύμα” του Startup nation!
Η κυρία Ben Abba μπορεί να βρίσκεται στη χώρα μας ως επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής του Ισραήλ εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, αυτό όμως δεν την εμπόδισε να εργάζεται ιδιαίτερα ενεργά πάνω σε ένα σχέδιο που περιλαμβάνει συγκεκριμένους άξονες και στόχους προκειμένου αφενός μεν να θέσει τα θεμέλια για την καθιέρωση, ενίσχυση και… απογείωση του εντός των συνόρων startup δυναμικού και αφετέρου δε να ενισχύσει και συσφίξει περαιτέρω τις επιχειρηματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. “Έχω διαπιστώσει πως η κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα στο ζήτημα του startup οικοσυστήματος, μου θυμίζει έντονα το αντίστοιχο που ίσχυε πριν από δύο δεκαετίες στο Ισραήλ. Τότε, ακόμη και η έννοια του startup ήταν άγνωστη σε διεθνές επίπεδο.

Ωστόσο, επειδή πιστεύω ακράδαντα πως η ανάγκη είναι ικανή να οδηγήσει στην εξεύρεση λύσεων, στη χώρα μου αποφασίσαμε να κινηθούμε με οργανωμένο τρόπο. Έτσι, λοιπόν, το κράτος δημιούργησε έναν επενδυτικό φορέα, μέσω του οποίου προσφερόταν οικονομική στήριξη για τα πρώτα στάδια λειτουργίας startup επιχειρήσεων. Η απαιτούμενη “μαγιά” από πλευράς ιδεών, προϊόντων και εφαρμογών προέκυψαν πρωτίστως από τον στρατό και τα πανεπιστήμια. Αυτό, βέβαια, δεν σήμαινε απαραίτητα πως κάθε ιδέα ήταν καλή ή μπορούσε να εξελιχθεί εμπορικά. Όμως, εάν υποστηριχτεί από ένα δομημένο πλέγμα που περιλαμβάνει χρηματοδότηση, συμβουλευτικές υπηρεσίες και τις κατάλληλες επαφές με την αγορά, αυτομάτως οι πιθανότητες επιτυχίας πολλαπλασιάζονται. Απαιτείται τύχη, χρόνος και γνώση. Κατ’ αυτό τον τρόπο φτάσαμε το Ισραήλ σήμερα να θεωρείται ένα “Startup nation””!

Υπάρχει το κατάλληλο δυναμικό – λείπει το mentoring
Μπορεί να αποτελεί κοινό τόπο πως το πρωτότυπο είναι ανώτερο από το αντίγραφο, ωστόσο όταν αναφερόμαστε στο (ευρύτερο) επιχειρείν, τα πράγματα ενδεχομένως να επιδέχονται κάποιες διαφοροποιήσεις όσο και τροποποιήσεις. Οπότε, υπό αυτό το πλαίσιο, προκύπτει το ερώτημα εάν στην Ελλάδα θα ήμασταν σε θέση να εφαρμόσουμε στην πράξη τα διδάγματα και τις πρακτικές του Ισραήλ στον τομέα της νεοφϋούς επιχειρηματικότητας. “Κοιτάξτε, η αλήθεια είναι πως με το πέρασμα του χρόνου αποδείξαμε πως η έννοια και το περιεχόμενο της startup επιχειρηματικότητας ταίριαζε απόλυτα στην φύση και την προσωπικότητα του μέσου Ισραηλινού.


Έγινε “κτήμα” μας και ταυτόχρονα αποτέλεσε την… βάση στην οποία στηρίξαμε ένα σημαντικό τμήμα της ανάπτυξής μας. Οπότε, έχω ορισμένες επιφυλάξεις σχετικά με το εάν μια τέτοια επιτυχημένη λειτουργία μπορεί να αντιγραφεί εκ μέρους οιουδήποτε κράτους. Παρόλα αυτά, μια από τις βασικές προτεραιότητες που έθεσα από τις πρώτες ημέρες ανάληψης των καθηκόντων μου ήταν να προσπαθήσουμε να “μεταφέρουμε” την πολύτιμη γνώση που έχουμε αποκτήσει και στο ελληνικό startup και εν γένει επιχειρηματικό περιβάλλον. Σε αυτή τη λογική έχουμε διοργανώσει πολλές διμερείς συναντήσεις με τη συμμετοχή κορυφαίων Ισραηλινών επιστημόνων, επιχειρηματιών, επενδυτών, startuppers κ.ά. προκειμένου να επικοινωνήσουν την οπτική τους, να αναφέρουν τα πετυχημένα cases τους, να μεταλαμπαδεύσουν γνώση και το απαιτούμενο επιχειρηματικό πνεύμα που θα παρακινήσει τους ενδιαφερόμενους να “κυνηγήσουν” την ιδέα τους ώστε να καταφέρουν να καθιερωθούν στον τομέα ενδιαφέροντός τους. Μάλιστα, θα πρέπει να σημειώσω πως κατά τις προσεχείς ημέρες προγραμματίζουμε μια σειρά από δράσεις (λ.χ. την τριμερή σύνοδο κορυφής μεταξύ Ισραήλ-Ελλάδος-Κύπρου, πρόγραμμα mentorship σε συνεργασία με την Εθνική Τράπεζα κ.ά.), που θα συμβάλλουν στην περαιτέρω ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των δύο πλευρών. Ως ιδιαίτερα θετικό κρίνω το γεγονός ότι πρόκειται για μια αρκούντως “ζωντανή” κοινότητα, με ανθρώπους γεμάτους από ενέργεια, θετικό πνεύμα, “φρέσκιες” ιδέες, βούληση και θέληση να πετύχουν με ότι καταπιαστούν. Παράλληλα, είναι “ανοικτοί” όσο και δεκτικοί σε νέα ρεύματα σκέψης, ενώ ταυτόχρονα διακρίνονται από τόλμη, δίχως να διστάζουν να ξεφύγουν από τα καθιερωμένα προς αναζήτηση νέων προκλήσεων. Αυτό που έχω διαπιστώσει είναι πως τους λείπει το κατάλληλο mentoring, ήτοι ο τρόπος με τον οποίο θα μπορούν να κάνουν πράξη τις ιδέες τους. Για αυτό το λόγο και ένα από τα κύρια ζητούμενα είναι η δημιουργία μιας σταθερής ομάδας που θα απαρτίζεται από Ισραηλινούς mentors και οι οποίοι με τη σειρά τους θα θέσουν σε στέρεες βάσεις το ελληνικό startup “οικοδόμημα”. Μάλιστα, θα πρότεινα σε όσους ενδιαφέρονται να… ανοίξουν τα φτερά τους στην καινοτόμο επιχειρηματικότητα να πάνε στο Ισραήλ και να εργαστούν σε εκεί accelerators για χρονικό διάστημα 3, 6 ή 12 μηνών, επωφελούμενοι σε επίπεδο εμπειρίας, παίρνοντας μια “γεύση” από τη λειτουργία σε ένα οργανωμένο επιχειρηματικό πλαίσιο και διερευνώντας συγκεκριμένους τομείς και κλάδους που αναμένεται να συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον της διεθνούς επιχειρηματικής αγοράς κατά το αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα”.

Αξιοποίηση της στρατιωτικής θητείας για ενίσχυση του R&D
Εκτός, όμως, από τις άμεσες ενέργειες για την σύναψη συνεργασιών μεταξύ των κυβερνήσεων, εταιρειών, ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, επενδυτών κ.ά. των δύο χωρών, στο παρασκήνιο έχουν υπάρξει και αρκούντως σημαντικές κινήσεις σε επίπεδο mentoring και συμβουλευτικής. Σκοπός; Η Ισραηλινή πλευρά να μοιραστεί βέλτιστες πρακτικές και πετυχημένα case studies που μπορεί να αποτελέσουν “πυξίδα” για την ανάπτυξη και δημιουργία συγκεκριμένων δράσεων και πολιτικών που θα φέρουν ελληνική “σφραγίδα”. Σε αυτό το σημείο, η Πρέσβειρα του Ισραήλ ήταν αποκαλυπτική: “Τον περασμένο Ιούνιο βρέθηκε στην Αθήνα ο πρώην πρόεδρος του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες. Σε ανεπίσημη συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, του πρότεινε να αξιοποιήσει το θεσμό της στρατιωτικής θητείας προς όφελος του επιχειρείν, μέσω της περαιτέρω ενίσχυσης και ενδυνάμωσης της διαδικασίας έρευνας και ανάπτυξης. Και εξηγούμαι: Οι Έλληνες υπηρετούν την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία σε ηλικία που κινείται -κατά μέσο όρο- μεταξύ 26 και 30 ετών. Κάτι που σημαίνει πως έχουν ολοκληρώσει έναν πρώτο κύκλο πανεπιστημιακής μόρφωσης, ενώ αρκετοί συνεχίζουν και για την απόκτηση Master, Bachelor, Doctorate κ.ά. Οπότε, το γνωστικό τους επίπεδο είναι ιδιαίτερα υψηλό, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται και στο καλύτερο σημείο της καριέρας τους, εν αναμονή του επόμενου βήματος.

Αντί, λοιπόν, να σπαταλούν τον ολιγόμηνο χρόνο της θητείας τους σε λιγότερο σημαντικές εργασίας, θα ήταν πολύ καλύτερο όσο και πολλαπλάσια αποδοτικότερο εάν επικεντρώνονταν στην επιστήμη τους ή στην ενδυνάμωση των προσπαθειών έρευνας και ανάπτυξης με απώτερο σκοπό να δημιουργήσουν ή εξελίξουν περαιτέρω εφαρμογές, προϊόντα και ολοκληρωμένες λύσεις. Στη συνέχεια, αυτές θα μπορούσαν να αξιοποιούνται από οργανωμένα Technology Transfer Centers (TTOs) που θα είναι επιφορτισμένα με την διασύνδεση των επιστημόνων με την βιομηχανία και την εν γένει αγορά. Αποτέλεσμα; Η θητεία αποκτά νόημα, αποδεικνύεται παραγωγική, οι νεαροί επιστήμονες συνεχίζουν να εφαρμόζουν την πρακτική τους αποφεύγοντας την περιστασιακή αδράνεια, μπορούν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους προς άμεσο όφελός τους, συνδέονται με το επιχειρείν, έχουν τη δυνατότητα της ίδρυσης μιας επιχείρησης, ενώ αναπτύσσουν δεσμούς που θα τους φανούν χρήσιμες μόλις ολοκληρώσουν τη θητεία τους.

Ξεφεύγει δε, από το σενάριο που εν πολλοίς ακολουθείται σε ουκ ολίγες χώρες και εξαντλείται στην διαπίστωση πως γίνεται έρευνα για την… έρευνα και όχι για την εμπορική αξιοποίησή της”.

Πολλαπλές ευκαιρίες συνεργασίας σε μια σειρά από τομείς Ξεχωριστό είναι το ενδιαφέρον να πληροφορηθούμε σήμερα, τι πρόκειται να βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος στο κοντινό μέλλον για τον επιχειρηματικό κόσμο, καθώς επίσης και σε ποια σημεία θα μπορούσαν να επωφεληθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις, νεοφϋείς ή μη. “Σήμερα, στο Ισραήλ οι δύο πιο… hot τομείς επιχειρηματικού ενδιαφέροντος περιστρέφονται γύρω από την κυβερνοασφάλεια και την βιοτεχνολογία. Οι δε εξελίξεις σε αυτούς είναι ραγδαίες, με τον βαθμό προόδου να “μετράται” σε καθημερινή -πλέον- βάση. Βέβαια, και οι αντίστοιχες προκλήσεις είναι κάτι παραπάνω από έντονες, ενώ εξελίσσονται κάθε στιγμή της ημέρας. Κυρίως, στον τομέα της κυβερνοασφάλειας, όπου συνήθως οι κυβερνοεγκληματίες προσπαθούν να προπορεύονται των όσων εμπλέκονται με την διασφάλιση της ομαλής όσο και διαρκούς λειτουργίας των ΙΤ συστημάτων των επιχειρήσεων”, σημείωσε χαρακτηριστικά η κυρία Ben Abba.

Παράλληλα, η τελευταία θεωρεί πως για τον ελληνικό επιχειρηματικό κόσμο, υπάρχουν συγκεκριμένες ευκαιρίες συνεργασίας με το Ισραήλ που σχετίζονται με τους τομείς της αποθήκευσης της ενέργειας, της τεχνολογίας για τον τουρισμό, των προηγμένων τεχνολογιών για το νερό, των ακατέργαστων δομικών υλικών για τον κατασκευαστικό κλάδο (λ.χ. τσιμέντο, γυαλί, κεραμικά, ατσάλι κ.ά.), των προϊόντων και αξεσουάρ μόδας, αλλά και των καλλυντικών, της αγροτικής παραγωγής, των τροφίμων και της κτηνοτροφίας. Παράλληλα, στο Ισραήλ υπάρχει σημαντική έλλειψη από μηχανικούς.

Αντιθέτως, στην Ελλάδα υπάρχει πλειάδα από προσφορά ιδιαίτερα κατηρτισμένων όσο και έμπειρων μηχανικών, οπότε το πλαίσιο της συνεργασίας είναι υπαρκτό και απομένει απλά να αξιοποιηθεί. “Όπως μπορεί κάποιος εύκολα να διαπιστώσει, ενδιαφέρον και πεδία συνεργασίας υπάρχουν, η βούληση από την πλευρά μας είναι δεδομένη, η κουλτούρα του επιχειρείν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη, ενώ και οι διμερείς σχέσεις βρίσκονται σε πολύ καλό επίπεδο.

Απομένει, λοιπόν, στους άμεσα ενδιαφερόμενους επιχειρηματίες να εκμεταλλευτούν με οργανωμένο όσο και καλά σχεδιασμένο τρόπο τις θετικές προοπτικές και το “εύφορο” περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί”.

Εκκρεμεί η επανεκκίνηση των Joint Industrial RnD
Στα άμεσα σχέδια της Ισραηλινής πλευράς βρίσκεται η επανεκκίνηση του Joint Industrial RnD που έχει υπογραφεί από τις δύο κυβερνήσεις το 2006 και βρισκόταν… εν υπνώσει μέχρι πρόπερσι! Τι προέβλεπε; Κάθε πλευρά να επενδύσει 10 εκατομμύρια ευρώ προκειμένου να δημιουργηθούν από κοινού επιχειρηματικοί συνεταιρισμοί / συνεργασίες, οι οποίες με τη σειρά τους θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη προϊόντων. Όχι σε θεωρητικό, αλλά σε πρακτικό επίπεδο. Το 2014 όταν και ενεργοποιήθηκε η συμφωνία από την τότε ελληνική κυβέρνηση, περίπου 80 εταιρείες από την χώρα μας και το Ισραήλ κατέθεσαν αίτηση ενδιαφέροντος. Ακολούθησε μια διαδικασία αξιολόγησης, μέσω της οποίας προωθήθηκαν 32 επιχειρήσεις. Όσο για τους τομείς που ενδιέφεραν τις εταιρείες, ήταν αυτοί των τροφίμων και ποτών, της γεωργίας, των φαρμακευτικών προϊόντων, της τεχνολογίας και της ενέργειας. Το επόμενο βήμα της συνεργατικότητας που θα προκύψει από τις εταιρείες των δύο χωρών είναι η ανάπτυξη προϊόντων για την άμεση διάθεσή τους στην αγορά. Διαδικασία που απαιτεί το λιγότερο μια Πρόκειται για μια διαδικασία που χαρακτηρίζεται από συνέπεια και συνέχεια, επιμονή και διαρκή follow-ups. Όπως υπογράμμισε ενδεικτικά η κυρία Ben Abba, το Ισραήλ διαθέτει αντίστοιχη συμφωνία με τουλάχιστον άλλες 30 χώρες παγκοσμίως, ωστόσο ο μεγαλύτερος αριθμός συνεργασιών προέκυψε το 2014 από την Ελλάδα! Όσο για το σε ποια φάση βρίσκεται αυτή τη στιγμή η προσπάθεια για την επανεκκίνηση του Joint Industrial RnD, η Πρέσβειρα του Ισραήλ ανέφερε πως η ελληνική πλευρά, μέσω του Αναπληρωτή Υπουργού αρμόδιου για θέματα Έρευνας και Καινοτομίας, Κώστα Φωτάκη, επιχειρεί να βρει τους απαιτούμενους πόρους προκειμένου να χρηματοδοτήσει το αναλογούν ποσοστό. “Είμαι αισιόδοξη πως θα τα καταφέρει, καθώς πρόκειται για τον κατάλληλο άνθρωπο στην αντίστοιχη θέση, αφού είναι γνώστης των μηχανισμών και του περιβάλλοντος που περικλείει την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη. Παράλληλα, εκτιμώ πως έχει βρει επαρκή εργαλεία χρηματοδότησης που προέρχονται πρωτίστως από Κοινοτικούς πόρους. Μάλιστα, θεωρώ πως οι σχεδιασμοί του για την ανάπτυξη και λειτουργία ενός κυβερνητικού VC προκειμένου να “τρέξει” και να ενισχύσει αξιόλογες όσο και πολλά υποσχόμενες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και προσπάθειες κινείται προς την σωστή κατεύθυνση. Εξάλλου, αποτέλεσε κάτι που στο Ισραήλ εφαρμόσαμε πριν από τέσσερις δεκαετίες”. Όσο για τα αποτελέσματα του, είναι -κάτι παραπάνω- από εμφανή σε διεθνές επίπεδο.