Καθώς η αυτοματοποίηση αποτελεί το… όνειρο -σχεδόν- για κάθε επικεφαλή τομέα μιας επιχείρησης, το σίγουρο είναι πως από αυτή την υπό διαμόρφωση πραγματικότητα δεν εξαιρούνται και τα cloud data centers. Βέβαια, πρωτύτερα, απαιτείται η ύπαρξη ενός ξεκάθαρου “ορίζοντα”, με συγκεκριμένες ενέργειες και πρακτικές, αλλά και μια σειρά από επιλογές τις οποίες και οφείλει να κάνει πράξη μια επιχείρηση.

Αποτελεί κοινό τόπο πως κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών τα Software-Defined Data Center (SDDC) αποτελούν μια τάση που γνωρίζει σταδιακή άνθηση τόσο σε αριθμητικό επίπεδο όσο και σε σημασία. Σε αυτή την πραγματικότητα, έχουν συντείνει μια σειρά από παράγοντες, όπως λ.χ. το virtualization και το cloud computing.

Από την πλευρά της, η εν γένει τεχνολογική υποδομή μετεξελίσσεται συνεχώς, προκειμένου να είναι πιο δυναμική σε επίπεδο λειτουργίας, αλλά και ταυτόχρονα προσαρμόσιμη ώστε να εξυπηρετεί την αναδυόμενη επιχειρηματική απαίτηση για ακόμη μεγαλύτερη ευκινησία. Όμως, αλήθεια, τι ακριβώς είναι το SDDC, και με ποιο τρόπο μπορεί κάποια επιχείρηση ή οργανισμός να φτάσει να το υιοθετήσει, έχοντας ως σημείο εκκίνησης τα σημερινά πληροφοριακά συστήματα;

Ένας -αρκούντως- απλοϊκός ορισμός είναι πως το SDDC αποτελεί ένα data center του οποίου ολόκληρη η υποδομή μπορεί να ρυθμιστεί μέσω ενός software control.

Κάτι, που δεν σημαίνει αποκλειστικά servers, αλλά συμπεριλαμβάνεται και η απαιτούμενη δικτύωση που χρειάζεται ώστε να τα διασυνδέσει, καθώς επίσης και οι διαθέσιμοι πόροι αποθήκευσης για την εξυπηρέτηση των αναγκών των ίδιων των εφαρμογών.

Οι ΙΤ δαπάνες κατευθύνονται σταδιακά προς την software-defined δικτύωση και αποθήκευση
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατων μελετών, τα software-defined networking και software-defined storage αναμένεται να αποτελέσουν τις ταχύτατα αναπτυσσόμενες περιοχές IT δαπάνης κατά την προσεχή πενταετία, ακολουθούμενες από την διαχείριση και το cloud orchestration. Γεγονός το οποίο καταδεικνύει ανάγλυφα την κατεύθυνση προς την οποία κινούνται τα πράγματα: Τα πάντα να ορίζονται και να ελέγχονται από το software, ενώ την ίδια στιγμή, τα κεφάλαια που διαθέτει το αντίστοιχο τμήμα πληροφορικής προς επένδυση ή πραγματοποίηση ΙΤ δαπανών, μετατοπίζονται με ραγδαίους ρυθμούς προς το λογισμικό εν συγκρίσει με το hardware.

Ουσιαστικά, το SDDC διαχωρίζει τους hardware πόρους μεταξύ πολλαπλών φορτίων εργασίας μέσω της χρήσης virtual μηχανών ή containers, τα οποία και δεν θεωρούνται και ως ιδιαίτερα απλές λύσεις για ζητήματα storage ή δικτύωσης. Για παράδειγμα, το Software-Defined Networking (SDN), διαχωρίζει το επίπεδο δεδομένων του δικτύου, το οποίο με τη σειρά του προωθεί τα “πακέτα” δεδομένων, από το επίπεδο ελέγχου, το οποίο και διαχειρίζεται τη συνολική ροή της κυκλοφορίας. Έτσι λοιπόν, προκειμένου να υποστηρίξουν το SDN, οι επιμέρους κατασκευαστές switch, πρέπει να κατασκευάσουν με τέτοιο τρόπο τις λύσεις τους ώστε το hardware να δύναται να ρυθμιστεί μέσω της χρήσης πρωτοκόλλων, όπως λ.χ. τα OpenFlow, προκειμένου ο τρόπος με τον οποίο κατευθύνουν την κίνηση, να μπορεί να διαχειριστεί δυναμικά με την αξιοποίηση ενός κεντρικού controller.

Παρόλα αυτά, θα πρέπει να επισημανθεί πως μια σειρά από δημοφιλείς SDN πλατφόρμες “τρέχουν” στους servers, διαχειριζόμενοι την κίνηση μεταξύ των εικονικών μηχανών, μέσω της χρήσης και αξιοποίησης software-based switching. Την ίδια στιγμή, υποστηρίζουν τη δημιουργία εικονικών δικτύων που μπορεί να επικαλύπτουν το φυσικό δίκτυο LAN, αλλά επιτρέπουν μια διαφορετική σειρά διευθύνσεων IP και πολιτικών ασφαλείας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, το Software-defined storage (SDS) αποδεικνύεται αρκούντως δύσκολο να καθοριστεί. Ενδεχομένως, ο πλέον κοινός ορισμός είναι πως πρόκειται για μια υπηρεσία κατανεμημένης αποθήκευσης. Κάτι αντίστοιχο με τη σειρά προϊόντων εταιρειών, όπως λ.χ. της Red Hat, που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία μιας κλιμακούμενης ομάδας αποθήκευσης από τους συνδυασμένους πόρους ενός συμπλέγματος κόμβων server και την παρουσιάζουν ως block storage, αποθήκευση αντικειμένων, σύστημα αρχείων ή συνδυασμούς αυτών. Εν τω μεταξύ, το SDS μπορεί επίσης να αναφέρεται σε virtualization αποθήκευσης, καθώς δύναται να αφαιρεί και να έλκει την υπάρχουσα υποδομή αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων arrays που προέρχονται από τρίτους προμηθευτές σε ένα εικονικό SAN. Στη συνέχεια, παρέχει ένα ενοποιημένο σύνολο υπηρεσιών αποθήκευσης γι’ αυτή την ομάδα αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας των υπηρεσιών, του thin provisioning και του auto-tiering. Ότι περιεχόμενο ή ορισμό κι εάν του δώσετε, ο βασικός σκοπός της software-defined υποδομής θα πρέπει να είναι να αποδεικνύεται ευέλικτη: διαμορφώνεται, ελέγχεται και παρακολουθείται από εργαλεία διαχείρισης υψηλότερου επιπέδου. Κάτι που θα μπορούσε να γίνει μέσω της παραμετροποίησης λογισμικού διαχείρισης, όπως λ.χ. το Puppet ή πλατφόρμες orchestration, αντίστοιχες με τις OpenStack, DC / OS κ.ο.κ.


Και τι γίνεται με τα legacy IT συστήματα;
Παρόλα αυτά, πολλές επιχειρήσεις και οργανισμοί έχουν ακόμη πληθώρα από παρωχημένα legacy πληροφοριακά συστήματα, γεγονός που μπορεί να μην ταιριάζει αρμονικά με το συγκεκριμένο μοντέλο λειτουργίας. Κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να αναγκαστούν να λειτουργήσουν μια υποδομή πληροφορικής «δύο ταχυτήτων», ενώ την ίδια στιγμή ο κύκλος ανανέωσης του εξοπλισμού εισάγει σταδιακά ένα σύγχρονο πακέτο που μπορεί με την σειρά του να είναι software-defined.

Για να αντιμετωπιστεί αυτό, ορισμένες νεότερες πλατφόρμες περιγράφονται ως προ-συσκευασμένες λύσεις SDDC. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πλατφόρμα της VMware, η οποία βασίζεται σε τρεις πυλώνες: Τα vSphere αναφορικά με την λειτουργία των εικονικών μηχανών, vSAN που αποτελεί την λύση software defined αποθήκευσης και NSX, που διασφαλίζει software defined δικτύωση.

Συνήθως αυτά συνδυάζονται με σουίτες εργαλείων διαχείρισης με διάφορους τρόπους για την παράδοση προϊόντων, όπως π.χ. το VMware Cloud Foundation, το οποίο μπορεί να εγκατασταθεί ή υλοποιηθεί σε hyperconverged συστήματα στο data center που μπορεί να διαθέτει ο ίδιος ο πελάτης είτε ακόμη και σε δημόσιο cloud, όπως συμβαίνει με το VMware Cloud στο AWS.

Από την πλευρά της, η Microsoft διαχειρίζεται το Windows Server 2016 ως πλατφόρμα SDDC, χάρη στο Hyper-V για λειτουργία εικονικών μηχανών, στο Storage Spaces Direct και στο Hyper-V Virtual Switch, καθώς και στη σουίτα System Center για διαχείριση.

Υπάρχουν και άλλες παρόμοιες προσφορές, οι περισσότερες εκ των οποίων απαιτούν από τον πελάτη να αγοράσει μια πλήρως ολοκληρωμένη πλατφόρμα. Αυτά δε, μπορούν να ξεκινήσουν με μερικούς κόμβους και να εκτείνονται σε επίπεδο rack ή ακόμα μεγαλύτερο, ωστόσο όλα ουσιαστικά “κλειδώνουν” τον πελάτη στην πλατφόρμα ενός και μόνο κατασκευαστή…

Αν προτιμάτε μια εναλλακτική λύση λογισμικού ανοιχτού κώδικα, υπάρχει το πλαίσιο λειτουργίας του OpenStack, που διαθέτει αρθρωτή αρχιτεκτονική αποτελούμενη από πολυάριθμα ξεχωριστά έργα, με τις βασικές ενότητες όπως το Nova για τη διαχείριση των υπολογιστών, το Neutron για τη ρύθμιση της δικτύωσης, καθώς επίσης τα Cinder και Swift για την block αποθήκευση και την αντίστοιχη αποθήκευση αντικειμένων.

Πιο αποδοτική και οικονομική διαχείριση ενέργειας και ψύξης
«Όλα καλά με το κομμάτι της ΙΤ υποδομής, ωστόσο τα data centers περιλαμβάνουν επίσης άλλες εγκαταστάσεις, όπως λ.χ. η διανομή ενέργειας και η ψύξη. Αυτά μπορούν να διαχειρίζονται υπό τον έλεγχο του λογισμικού, προκειμένου να γίνει πιο αποδοτική χρήση των πόρων;», ενδεχομένως να αναρωτιέστε φωναχτά. Δίχως άλλο, ολοένα και περισσότερες εταιρείες του κλάδου πειραματίζονται και αναπτύσσουν ποικίλες τεχνολογίες μέσω των οποίων λ.χ. επιτρέπεται η χρήση μπαταριών UPS προκειμένου να καλυφθεί μέρος της ζήτησης ισχύος κατά τη διάρκεια περιόδων αιχμής. Αυτό σημαίνει ότι η υποδομή διανομής ενέργειας δεν χρειάζεται να υπερφορτίζεται για να αντιμετωπίσει φορτία αιχμής τα οποία και κάνουν την εμφάνισή τους σπάνια. Από την άποψη της ψύξης, η υποδομή του data center έχει γίνει πιο “έξυπνη”, αλλά σπάνια παρουσιάζεται ως “cooling on demand”. Μια πρώιμη -σχετικά-προσέγγιση προήλθε από την HPE, η οποία παρουσίασε έναν συνδυασμό αισθητήρων και υπολογιστικής ρευστότητας (Computational Fluid Dynamics – CFD) που μπορεί να αναλύσει τη ροή του αέρα μέσα στο data center, κατευθύνοντας και δρομολογώντας τον ψυχρό αέρα εκεί όπου ήταν περισσότερο απαραίτητος.

Πρόσφατα, εταιρείες που εξειδικεύονται με την υγρή ψύξη έχουν καταφέρει να αναπτύξουν συγκεκριμένες τεχνολογικές λύσεις μέσω των οποίων είναι σε θέση να αφαιρούν θερμότητα ακριβώς από το σημείο όπου παράγεται!

Γίνεται ξεκάθαρο, πλέον, ότι το σύνολο των πτυχών των data centers μετατρέπονται σε όργανα και ελέγχονται με μεγαλύτερη ακρίβεια από το λογισμικό. Μπορεί το μέλλον του data center αναμφίβολα να βρίσκεται στην λογική του software-defined, ωστόσο εξακολουθούν να παραμένουν δύο βασικά ερωτήματα: Πως ακριβώς θα μοιάζει και πόσο καιρό θα χρειαστούν οι επιχειρήσεις και οι εν γένει οργανισμοί ώστε να φτάσουν μέχρι εκεί!

Μπορούν να συνδυαστούν το hyperconverged με το software-defined;
Τα hyperconverged συστήματα, γνωστά και ως HyperConverged Infrastructure (HCI), αντιπροσωπεύουν ένα αυξανόμενο ποσοστό servers που επιλέγουν οι σύγχρονες επιχειρήσεις και οργανισμοί. Εξυπακούεται πως υπάρχει λογική εξήγηση για αυτό. Τα hyperconverged συστήματα, συνδυάζουν λειτουργίες server, αποθήκευσης και δικτύωσης σε έναν ενιαίο κόμβο appliance-like, που με την σειρά του διευκολύνει τους οργανισμούς να προμηθεύονται και να υποστηρίζουν κάθε νέα υποδομή.

Συγκεκριμένα, τα τμήματα πληροφορικής έχουν συχνά… παλέψει να δημιουργήσουν ένα ιδιωτικό cloud από τις υπάρχουσες υλοποιήσεις servers, storage και δικτύωσης από διάφορες πηγές. Τα hyperconverged συστήματα έχουν αναδυθεί ως λύση “με το κλειδί στο χέρι” όταν οι εν λόγω επιχειρήσεις φτάνουν στο σημείο να ανανεώσουν και κατ’ επέκταση αναβαθμίσουν την υπάρχουσα υποδομή τους. Τα hyperconverged συστήματα χρησιμοποιούν direct-attached storage (DAS) αντί για ένα παραδοσιακό SAN. Οι πόροι αποθήκευσης όλων των nodes σε ένα cluster συγκεντρώνονται μαζί, ώστε να σχηματίσουν μια πλατφόρμα software-defined storage που έχει οριστεί από το λογισμικό ή εικονικό SAN το οποίο και διαμοιράζεται μεταξύ των κόμβων.

Κάτι που προσομοιάζει και δη πολύ με την υποδομή που έχει οριστεί από το λογισμικό. Ωστόσο, κρίνεται σημαντικό να σημειωθεί ότι το HCI περιλαμβάνει υπολογισμό και αποθήκευση που εκτελούνται στον ίδιο κόμβο, ενώ ένα “τυπικό” software-defined storage χρησιμοποιεί clusters κόμβων που λειτουργούν απλώς ως ένα κοινόχρηστο σύστημα αποθήκευσης.

Υπό αυτή την έννοια, το HCI μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σημείο-αναφοράς για τα software-defined data centers, καθώς λαμβάνει την απλούστερη περίπτωση ενός μόνο κόμβου, ενώ το πλήρες SDDC θα διαρκέσει λίγο περισσότερο έως ότου εμφανιστεί.