Την εκτίμηση ότι εντός των αμέσως επόμενων μηνών θα έχει υπογραφεί η σύμβαση για την προμήθεια των 110.000 αδειών λογισμικού της Microsoft για το Δημόσιο εξέφρασε ο Δημοσθένης Αναγνωστόπουλος, γενικός γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, μιλώντας σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο με θέμα την έξοδο της Ελλάδας από τη λίστα 301 του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ.

Ο σχετικός διαγωνισμός διενεργήθηκε στις αρχές της χρονιάς και σύμφωνα με πληροφορίες, την καλύτερη οικονομική προσφορά κατέθεσε ο ΟΤΕ. «Ελπίζουμε ότι εντός των προσεχών ολίγων μηνών θα δοθεί η δυνατότητα να έχουμε τη σύμβαση και να διανείμουμε τις άδειες αυτές στους φορείς που το έχουν ζητήσει. Το νούμερο των 110.000 αδειών είναι μια ρεαλιστική απεικόνιση δεδομένων των αναγκών του δημοσίου τομέα που πρέπει να καλύψουμε», τόνισε ο κ. Αναγνωστόπουλος.

Όπως σημείωσε ό κ. Αναγνωστόπουλος, η σύμβαση που θα υπογραφεί θα έχει οικονομικό όφελος, καθώς θα αποφέρει μία ωφέλεια της τάξεως του 30%, σε σχέση με τις τιμές των αδειών που ισχύουν στην αγορά. «Θα πετύχουμε επίσης κάτι  πολύ σημαντικό: οποιεσδήποτε νέες άδειες θα χρειαστεί να προμηθευτούμε το επόμενο χρονικό διάστημα, θα έχουν το ίδιο ποσοστό έκπτωσης. Επίσης το λογισμικό θα συντηρείται και θα ενημερώνεται χωρίς καμία επιβάρυνση για τα επόμενα χρόνια», σημείωσε.

Επιιπλέον, ο κ. Αναγνωστόπουλος είπε ότι η προμήθεια θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια, συμπληρώνοντας πως οι νέες άδειες λογισμικού «θα μας απαλλάξουν από την ανησυχία για απειλές και κυβερνοεπιθέσεις». Αναφερόμενος, τέλος, στην έξοδο της Ελλάδας από τη λίστα των ΗΠΑ για τις χώρες που χρησιμοποιούν πειρατικό λογισμικό στο Δημόσιο, τόνισε πως «είμαστε πλέον ανοιχτοί στο να προσελκύσουμε επενδύσεις στο χώρο της Πληροφορικής και να δείξουμε ότι πλέον διαθέτουμε μία αξιόπιστη αντιμετώπιση».

Κατά την τοποθέτησή του για το ίδιο θέμα, ο Γρηγόρης Δημητριάδης, γενικός γραμματέας διεθνών οικονομικών σχέσεων και εξωστρέφειας του υπουργείου Εξωτερικών, δήλωσε πως «πρόκειται για μία σημαντική εξέλιξη για τη χώρα μας, η οποία εκπέμπει ένα θετικό μήνυμα, ότι πλέον έχει διαμορφωθεί ένα υγιές περιβάλλον που  μπορεί να στηρίξει έναν διπλωματικό σχεδιασμό. Τώρα πλέον μπορούν να δημιουργηθούν στην Ελλάδα νέες επενδύσεις και να έρθουν νέα προϊόντα».